Ιστορικό Σχολείου
Η Ίδρυση της Ανωτέρας Σχολής Αγρού, αποφασίστηκε σε Γενική Συνέλευση στη Λευκωσία, στις 9 του Νοέμβρη το 1943. Ορίστηκε Προσωρινή Εξαμελής Επιτροπή που αποτελείτο από τους Ιωάννη Κληρίδη, Κυριάκο Απέητο, Φίλιππο Μ. Γρηγοριάδη, Ρένο Κληρίδη, Γεώργιο Συρίμη και Σταύρο Συρίμη. Επίσης, ορίστηκε υπεπιτροπή για τον Αγρό, αποτελούμενη από τους Στέλιο Σαββίδη, Βρασίδα Ειρήναρχο και διάκονο Χριστόδουλο Αυγουστή. Στις 18 Νοεμβρίου 1943 προστέθηκε στην Επιτροπή ως έβδομο μέλος ο δημοδιδάσκαλος Νέαρχος Κληρίδης, του οποίου ο ρόλος υπήρξε καθοριστικός στα πρώτα χρόνια λειτουργίας της Σχολής. Ο Νέαρχος Κληρίδης υπέβαλε εισηγητική έκθεση η οποία περιλάμβανε, τύπο Ανωτέρας Σχολής, ωρολόγιο πρόγραμμα, προϋπολογιζόμενη δαπάνη και εξεύρεση των αναγκαίων πόρων. Ως αιτιολογία ανέφερε χαρακτηριστικά «την αγάπη προς την Παιδεία και τα Γράμματα, χαρακτηριστικό του Έλληνος».
Στα πρακτικά της ιδρυτικής πράξης της 18ης Νοεμβρίου 1943, αναγράφεται ο τύπος της Σχολής: «Ο κύριος Νέαρχος Κληρίδης προτείνει όπως η Επιτροπεία προχωρήσει εις το έργον της ιδρύσεως της Σχολής, αφού πρώτον λάβει υπόψιν τας συνθήκας του τόπου• ως τοιαύται δε συνθήκαι θεωρούνται ο αναγκαστικός εκπατρισμός και αι ασχολίαι των κατοίκων εις την γεωργίαν. Ο τύπος, λοιπόν, της ιδρυθησομένης Σχολής πρέπει να είναι τοιούτος ώστε να εξυπηρετεί αμφοτέρας τας ανάγκας του τόπου. Επομένως, η Σχολή πρέπει να παρέχει Εμπορικήν και Γεωργικήν μόρφωσιν... Περαιτέρω αποφασίζεται όπως η ιδρυθησομένη Σχολή λειτουργήσει ως Τετρατάξιος Σχολή υπό τον τίτλον Πρακτική Σχολή Αγρού».
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1944, το σχολείο εγγράφεται στο Μητρώο του Γραφείου Παιδείας, ως Ανωτέρα Σχολή και στεγάζεται σε κτήριο της εκκλησίας της Παναγίας Αγρού, όπου σήμερα στεγάζεται ο Αστυνομικός Σταθμός. Η Σχολή λειτουργούσε με γεωργικό πρόγραμμα και διδάσκονταν μαθήματα από ειδικό Γεωπόνο. Επίσης, διδάσκονταν και μαθήματα Οικοκυρικής. Τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του, το Σχολείο αριθμούσε τριμελές προσωπικό και εβδομήντα πρωτοετείς μαθητές ηλικίας δώδεκα μέχρι είκοσι δύο χρόνων. Από αυτούς, κατάφεραν να αποφοιτήσουν είκοσι επτά, τον Ιούνιο του 1948.
Την 1η Ιουνίου 1947, λύνεται οριστικά το πρόβλημα της στέγασης του σχολείου, ύστερα από την ανακοίνωση της απόφασης του Κυριάκου Απέητου, για «ίδρυση καλλιμάρμαρου κτηρίου, για τη στέγαση της Ανωτέρας Σχολής Αγρού» με δικά του έξοδα. Έτσι, σε χώρο που παραχώρησε η Εκκλησία άρχισε η ανέγερση του σχολικού κτηρίου. Το κόστος της δαπάνης ανήλθε στις 25 χιλιάδες λίρες. Ο θεμέλιος λίθος κατατέθηκε στις 26 Ιουλίου 1948. Τα εγκαίνια τέλεσε ο Μητροπολίτης Κιτίου Μακάριος, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Κύπρου και πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην παρουσία του Έλληνα Πρόξενου στην Κύπρο.
Ο μεγάλος ευεργέτης του σχολείου Κυριάκος Απέητος ανέφερε σε ομιλία του, τους στόχους που θα υπηρετούσε η Σχολή: «Εφιλοδόξησα να εγκαταστήσω εις την παραμελημένην ταύτην περιοχήν έναν μικρόν φάρον, ο οποίος να σκορπίζει το φως του εις τα σκοτεινά από την αμάθειαν βουνά της Πιτσιλιάς και επραγματοποίησα την επιθυμίαν μου ταύτην. Επιθυμώ, όπως είπον, να χρησιμοποιηθεί από όλους τους κατοίκους της περιοχής, ίνα ούτως απλώνηται το φως του εις όλα τα χωριά. Επιθυμώ όπως κάθε χωριόν της Πιτσιλιάς αποκτήσει ιερείς, διδασκάλους, γραμματείς Συνεργατικών, παντοπώλας και λοιπούς ηγέτας του, όλους μορφωμένους εις την Σχολήν αυτήν και ούτω συντελέσουν εις την εν γένει πρόοδον του χωριού των. Και όχι μόνον τούτο, αλλά και επιστήμονας Θεολογίας και Γεωπονίας, διά να περιορισθώ εις τας δύο αυτά κατ’εξοχήν επιστήμας τας πρωτίστως ωφελίμους εις τα χωρία των».
Ο Κυριάκος Απέητος, ήταν έκτοτε, μέχρι το θάνατό του, ο προστάτης της Απεητείου Ανωτέρας Σχολής όπως ονομάστηκε. Ανάμεσα σε άλλα, εξοπλίζει το σχολείο, συμμετέχει στις εκδηλώσεις του, καθιερώνει βραβεία και υποτροφίες.
Ο Κυριάκος Απέητος γεννήθηκε στον Αγρό στα τέλη του 19ου αιώνα. Ήταν γόνος φτωχής πολυμελούς οικογένειας, καθώς είχε άλλα τέσσερα αδέλφια. Εξαιτίας των δύσκολων καιρών, του αγώνα για επιβίωση, της φτώχειας, των στερήσεων και των ανησυχητικών διαστάσεων του Αγγλικού επεκτατισμού, ο Κυριάκος, σε ηλικία δώδεκα χρονών, αναζητεί μια καλύτερη τύχη στη «Χώρα», τη Λευκωσία. Με μοναδικά εφόδια την εργατικότητά του και τη βαθιά του πίστη, καταφέρνει να καταξιωθεί ως επιτυχημένος έμπορος, ύστερα από σαράντα χρόνια σκληρής δουλειάς και ταυτόχρονα λιτής ζωής. Εισάγει κλωστές για ύφανση, τις οποίες μετατρέπουν σε υπέροχα υφαντά οι γυναίκες της Πιτσιλιάς στους αργαλειούς τα οποία στη συνέχεια μεταπωλεί. Αυξάνεται συνεχώς το κέρδος του, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της Αγγλικής Κατοχής, καθώς είχε τεράστια αποθέματα υφασμάτων στις αποθήκες του, τα οποία διέθεσε σε συμφέρουσες τιμές. Ύστερα από παρότρυνση του Νέαρχου Κληρίδη και σε συνδυασμό με το όνειρό του για μόρφωση των κατοίκων της Πιτσιλιάς και τον μεγάλο του καημό, καθώς η φτώχεια στέρησε στον ίδιο τη μόρφωση, πρωτοστατεί ώστε να ιδρυθεί ανώτερο σχολείο στην περιοχή Πιτσιλιάς. Απεβίωσε στις 30 Οκτωβρίου 1976. Η κηδεία του τελέστηκε την επομένη μέρα στον Ιερό Ναό Παναγίας του Αγρού και τάφηκε στο κοιμητήριο του χωριού.
Η Σχολική Εφορία, η οποία αποτελείτο από παράγοντες ολόκληρης της περιοχής Πιτσιλιάς, τέθηκε κάτω υπό την ηγεσία της Μητρόπολης Κιτίου, η οποία στήριξε τη Σχολή, κυρίως οικονομικά. Όμως, η ανάγκη λειτουργίας οικοτροφείου κατέστη επιτακτική, εξαιτίας της δυσκολίας μετακίνησης και μεταφοράς των μαθητών λόγω ανεπαρκούς οδικού δικτύου, της μορφολογίας του εδάφους και των καιρικών συνθηκών. Το οικοτροφείο λειτούργησε από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του σχολείου συμβάλλοντας καθοριστικά στην καλλιέργεια στενών δεσμών φιλίας και αναπτύσσοντας το πνεύμα της συνεργασίας μεταξύ των μαθητών. Μεγάλη απόδειξη, η δεντροφύτευση, το χειμώνα του 1944, μέσα στα χιόνια, του μικρού δάσους δίπλα από το σχολείο, στα πλαίσια της προσπάθειας για εξωραϊσμό του σχολικού χώρου.
Το επιστέγασμα της κοινής προσπάθειας και της εθελοντικής προσφοράς αποτελεί η δημιουργία του σχολικού γηπέδου, κατά τη δεκαετία του’ 50. Το 1954 αρχίζει η κατασκευή του σχολικού κήπου. Παράλληλα με το οικοτροφείο, λειτουργούσε και βιβλιοθήκη με μεγάλο αριθμό βιβλίων και αίθουσα αναγνωστηρίου με ηλεκτρικό φως και θέρμανση. Μετά από το θάνατο του Κυριάκου Απέητου, η βιβλιοθήκη εμπλουτίστηκε με το αρχείο του ιδρυτή της Σχολής, σύμφωνα με την επιθυμία του, που διατυπώθηκε στη διαθήκη του.
Το 1962 αρχίζει η κτηριακή επέκταση, λόγω της αύξησης του αριθμού των μαθητών και των αναλυτικών προγραμμάτων που επιβάλλουν την κατασκευή εργαστηρίων (Φυσικής, Ξυλουργικής – Μεταλλοτεχνίας, Χημείας). Παράλληλα, κατασκευάζεται το υπόστεγο γυμναστικής, μετέπειτα κλειστή αίθουσα αθλοπαιδιών, η Βιβλιοθήκη, αίθουσα Δακτυλογραφίας, νέες αίθουσες διδασκαλίας. Επίσης, γίνεται επέκταση της κεντρικής θέρμανσης σε ολόκληρο το κτήριο και τοποθετούνται τζαμαρίες στους διαδρόμους. Μέχρι το 1978, συνεχίζονται οι προσπάθειες, ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες του σχολείου.
Δυστυχώς, παρ’ όλες τις επεκτάσεις και τη κτηριακή υποδομή, το σχολείο φτάνει σε κρίσιμο σημείο λειτουργίας τη δεκαετία του ’80, καθώς δεν τηρούνταν οι εκπαιδευτικές περιφέρειες, εξαιτίας της φοίτησης των περισσότερων παιδιών που κατάγονταν από την Κυπερούντα (με το μεγαλύτερο αριθμό κατοίκων στην περιοχή Πιτσιλιάς) στο Γυμνάσιο Σολέας. Αυτό δυσκόλευε σε μεγάλο βαθμό τη λειτουργία του σχολείου, καθώς ο πολύ μικρός αριθμός μαθητών δεν επέτρεπε τη σύσταση όλων των συνδυασμών στο τότε Λύκειο Επιλογής Μαθημάτων. Ύστερα από προσπάθειες του Συνδέσμου Γονέων και της Σχολικής Εφορίας, το Υπουργικό Συμβούλιο με την παρέμβαση του τότε Υπουργού Παιδείας κ. Ανδρέα Φιλίππου, επέβαλε τη χρονιά 1989 -1990, την εφαρμογή της εκπαιδευτικής περιφέρειας. Σήμερα, στο Απεήτειο Γυμνάσιο Αγρού φοιτούν μαθητές από Αγρό, Κυπερούντα, Πελέντρι, Ποταμίτισσα, Δύμες, Χανδριά, Αγρίδια, Άγιο Ιωάννη, Πολύστυπο, Πλατανιστάσα, Άλωνα, Κάτω Μύλο, Καλό Χωριό, Ζωοπηγή και Λουβαρά.
Από τη σχολική χρονιά 1999 – 2000 αρχίζει τη λειτουργία της η νεοιδρυθείσα Ξενοδοχειακή Σχολή που στεγάζεται στο Απεήτειο Γυμνάσιο, κάτω από την ίδια διεύθυνση με το Γυμνάσιο και το Λύκειο.
Έκτοτε, μέχρι σήμερα, το σχολείο εξελίσσεται, εναρμονίζεται με τις εκάστοτε συνθήκες, προοδεύει. Αποτελεί πηγή ζωής για την Πιτσιλιά και συμβάλλει τα μέγιστα στη μόρφωση και διαπαιδαγώγηση των μαθητών της υπαίθρου